ΕΝΟΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΙΣΤΡΟΥΝΙΟΥ¹
Γενικές σύντομες Πληροφορίες
Ἡ ἔκταση τοῦ Σιστρουνίου, σύμφωνα μέ τήν ἀπογραφή τοῦ 1991 τῆς Ἐθνικῆς Στατιστικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἑλλάδος, εἶναι 15.900 στρέμματα. Ἐξ αὐτῶν 1.400 στρέμματα εἶναι καλλιεργούμενα, 5.300 στρέμματα δημοτικοί βοσκότοποι, 7.800 στρέμματα εἶναι ἰδιωτικοί βοσκότοποι καί 900 στρέμματα δασική ἔκταση.
Στό κοινοτικό γραφεῖο τοῦ χωριοῦ (πλατεῖα – κέντρο) τό ὑψόμετρο εἶναι 400 μέτρα ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας.
Ἐπίσης, στό κέντρο τοῦ χωριοῦ βρίσκεται ὁ Καθεδρικός Ναός τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, τό καμπαναριό καί τό κοιμητήριο.
Ἐξαιρετικό ἐνδιαφέρον παρουσιάζει τό χωριό ἀπό πλευρᾶς Θρησκευτικῶν καί Ἱστορικῶν Μνημείων πού συναντᾶμε, ἐνῷ οἱ Πηγές τοῦ Ἀχέροντα, πού ἀναβλύζουν δίπλα ἀπό τή Μονή τῆς Παναγίας, ἀποτελεῖ ἀνεξάντλητο ὑδάτινο πόρο πού τροφοδοτεῖ ἀστείρευτα τή Δυτική Λάκκα Σούλι καί τήν πεδιάδα τῆς Γλυκῆς.
Σημαντικό παράγοντα τόσο στό Σιστρούνι καθώς καί στή γύρω περιοχή διαδραμάτισε ὁ Ἀρχιμανδρίτης Παρθένιος Μπατουμάνος, ὁ ὁποῖος διορίσθηκε τό 1856 ἀπό τόν Μητροπολίτη Ἰωαννίνων ἡγούμενος στήν Ι.Μ. Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στό Ῥωμανό. Ἀναδείχθηκε σέ μεγάλη προσωπικότητα καί βοήθησε οὐσιαστικά τή γύρω περιοχή· ἀνάμεσα στά ἔργα του ξεχωρίζουν οἱ ἀνακατασκευές τῶν Μοναστηριῶν τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, ἡ ἕνωση τῶν δύο Μοναστηριῶν Ῥωμανοῦ καί Σιστρουνίου, ἡ ἀνέγερση τῶν Ἱ. Ν. Ἁγίου Βασιλείου καί Ἁγίου Γεωργίου, ἡ κατασκευή τοῦ γεφυριοῦ τοῦ Μαγκαδολίβαδου γιά τήν ἐπικοινωνία τῶν δύο χωριῶν καί ἡ ἵδρυση τοῦ δημοτικοῦ σχολεῖου στό Μετόχι Σιστρουνίου.
Ἡ θέση, ὅμως, πού φιλοξενούμαστε μᾶς ὁδηγεῖ νά ἀναφερθοῦμε περιληπτικά στά θρησκευτικά μνημεῖα τοῦ χωριοῦ καί τήν ἱστορία τους. Ἡ ἔρευνα πού ἀκολουθεῖ εἶναι καταγραμμένη στό ἀνέκδοτο βιβλίο “Σειστρούνι – στόν χῶρο καί στόν χρόνο” (Ἰωάννινα 2008), τοῦ χωριανοῦ Νικολάου Στράτη τοῦ Παναγιώτη, ἐνῷ οἱ φωτογραφίες προέρχονται ἀπό τό ἀρχεῖο τῆς “ΣΟΥΛΙΩΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΟΛΙΤΕΙΑΣ”.
Τό Σειστρούνι ἕδρα Ἐπισκοπῆς (Ἐπαρχία)
Ἱστορία Σειστρουνίου – πρωτεύουσα τῆς Τσαρκοβίτσας
Ἀπό τά ἀρχαιολογικά εὐρήματα (Κάστρο – τάφοι – ἐκκλησία – ῥωμαϊκά ἀντικείμενα) διαπιστώνουμε ὅτι ὑπῆρχε μιά ζωντανή δημιουργική πολιτιστική τοπική κοινωνία καί πρό τοῦ 4ου π.Χ. Αἰῶνος.
Ἀπό τό ἔτος 330 μ.Χ. μέχρι τό τέλος τοῦ 8ου αἰῶνος δέν ἔχουμε ἱστορικές καταγραφές γιά τήν περιοχή μας οὔτε καί γιά τό Σειστρούνι.
Τό Σειστρούνι γιά 5 αἰῶνες γίνεται πρωτεύουσα τῆς Τσαρκοβίτσας.
Ὁ Ἱστορικός Ἰωάννης Λαμπρίδης (1839-1891) ἀναφέρει στά Ἠπειρωτικά μελετήματα (ἔκδοση 1857): «Ἡ κωμόπολη Τσαρκοβίστα, μέχρι τόν 9ο αἰῶνα, ἐμφανίζεται ὡς πόλη καί ἕδρα μιᾶς περιοχῆς, ἀλλά ἡ βυζαντινή κυβέρνηση, μαζί μέ τά γύρω χωριά τοῦ πρώην τμήματός της, ὑπήγαγε ἄλλα στά Ἰωάννινα ἄλλα στήν Ἄρτα ἤ στούς Ῥωγούς ἤ στό θέμα Βαγενετίας καί ἵδρυσε νέα πολιτικοστρατιωτική ἕδρα, τήν πόλη τοῦ Σειστρουνίου, πού ὀνομάστηκε “ἐνορία Σειστρουνίου” καί ἤκμασε μέχρι τόν Ἰδ” αἰῶνα. Ἡ παρακμή τῆς Τσαρκοβίστας ἐπεσκιάσθη καί ἀπό τήν ἀλλαγή τοῦ ὀνόματος αὐτῆς εἰς Σειστρούνιον.»
Ἡ Τσαρκοβίστα ἦταν τό σημερινό Δημοτικό Διαμέρισμα Δωδώνης καί, σύμφωνα μέ τόν ἱστορικό Πάνο Τζιόβα (ΔΩΔΩΝΗ – ΤΣΑΡΚΟΒΙΣΤΑ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ἔκδοση 2006), ἀποτελοῦσε συνέχεια τῆς ἱστορικῆς ἀρχαίας πόλης “Δωδώνη”, πού στά χρόνια τῆς ἀκμῆς της ἦταν ἡ θρησκευτική πρωτεύουσα τῶν Ἠπειρωτῶν καί μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἕδρα ἐπισκόπου καί ἐπάρχου.
Τό πόλισμα Σειστρουνίου, σύμφωνα μέ τόν ἱστορικό Λαμπρίδη, βρισκόταν στούς πρόποδες τῆς ἀρχαίας Κασσιώπης, δηλαδή κάτω ἀπό τό σημερινό κάστρο Σειστρουνίου.
Σημαντικό κέντρο ἦταν, ἐπίσης, τό Σειστρούνι κατά τήν περίοδο τῶν ἀγώνων τῶν Σουλιωτῶν ἐναντίον τῶν Τουρκαλβανῶν. Ξεχωρίζει ἡ σπουδαία νίκη τῶν Σουλιωτῶν τήν 8η Ἰουνίου 1800 μέ ἀρχηγό τόν Φῶτο Τζαβέλλα στό Σειστρούνι.
Χρυσόβουλο Αὐτοκρατορικό
Ὅπως ὁ πορφυρογέννητος κατά τούς μεσαιωνικούς χρόνους λεγότανε ὁ γεννημένος μέσα στήν πορφύρα τῆς αἴγλης τοῦ πλούτου καί τῆς δόξας, ἔτσι καί ἡ βούλα τοῦ αὐτοκράτορα παρουσιάζεται χρυσή. Ἀποκλειστικό προνόμιο ἐξουσίας τῶν αὐτοκρατόρων τό ἐρυθρό ὑγρό της γραφῆς, κόκκινη μελάνη ἤ ἐρυθρογραμμία.
Τό Χρυσόβουλο τοῦ Αὐτοκράτορα» σφραγισμένο μέ τή χρυσή σφραγίδα «βούλα» δέν εἶχε ἀνασταλτικό χαρακτῆρα.
Τό Σειστρούνι πάντα εἶχε ζωή. Εἶχε ψυχή, δύναμη, ἀντοχή ἀπό τούς ἀρχαίους χρόνους. Ὁ εὔφορος τόπος, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας καί ὅλη ἡ ἐπαρχία περιλαμβάνονταν στό Α΄ Χρυσόβουλον τοῦ Αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικου τοῦ πρεσβυτέρου, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε τό Φεβρουάριο τοῦ 1319.
Περιλαμβάνεται, ἐπίσης, στό Β΄ Χρυσόβουλον παρά τοῦ ἰδίου αὐτοκράτορα, πού ἐκδόθηκε τό 1321.
Ἐπίσης, ἀναγράφεται στό Γ΄ Χρυσόβουλον τοῦ Δεσπότη Συμεών Παλαιολόγου τοῦ Σέρβου, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε τόν Ἰανουάριο τοῦ 1361.
Ἀκόμη, διαλαμβάνεται Δ΄ στήν ἔγγραφη Διαταγή – κοινοποίηση τοῦ Ὀθωμανικοῦ στρατάρχη Σινᾶν Πασᾶ, πού ἐκδόθηκε τό ἔτος 1431.
Ἐπιγραμματικά μνημονεύεται τό Σειστρούνι στό Α΄ Χρυσόβουλον τοῦ Αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικου (ἐν Χριστῷ τῷ Θεῶ βασιλεύς καί αὐτοκράτωρ Ῥωμαίων) κατά πρῶτον νά ἔχει ἐκκλησιαστικά δικαιώματα σέ πέντε ἐνορίες καί κατά δεύτερον σέ δέκα ἐνορίες.
Στό ΥΠΟΜΝΗΜΑ Γ΄ τό Σειστρούνι ὑπάγεται στήν αὐθεντία τοῦ κάστρου τῶν Ῥωγῶν (ἤ Ἀρωγῶν).
«Περί Ῥωγῶν – Λευκάδος, περατείας, Ξηρομέρου, παραδεισίου, Τσαβέρδας, Ζώριστας, Σειστρουνίου, Γλυκέως, ποταμοῦ (Ἀχέροντος) ἐγνωσμένων ὄντων, καί συντηρουμένων, οὐκ ἀπαιτεῖται σχολιασμός, σημειοῦμεν δέ ἐνταῦθα ὅσα ἄλλα εἰσί σωζόμενα καί δυσδιάκριτα, ὅσα δέ διατρέχομεν ἐννοεῖται ὅτι οὔχ ὑπάρχουσι ἤ διαφεύγει τήν διάγνωσιν ἡμῶν».
Τό Χρυσόβουλο τοῦ 1361 καθώριζε τήν κατοχή τοῦ κάστρου τῶν Ῥωγῶν (μετά πάσης τῆς νομῆς καί περιοχῆς αὐτοῦ) στόν Ἰωάννη Τζάφρα Ὀρσίνι. Τό Χρυσοβουλο, καταγράφοντας τήν περιοχή τοῦ κάστρου τῶν Ἀρωγῶν ἀναφέρει (καί εἰς τό Σειστρούνι καί εἰς τόν κακόν τάφον καί εἰς τό Γλυκή καί τόν ποταμόν) καί ἐννοεῖ τήν κοιλάδα Ἀχέροντα τοῦ Φαναρίου.
«…τό κάστρο τούς Ῥωγούς μετά πάσης τῆς νομῆς καί περιοχῆς αὐτοῦ, ἤτοι ἀπό τήν ἄκραν τοῦ Μαυροβουνίου καί τό μαυροβούνιον ἀπέχον εἰς τήν Ἄμπραν καί εἰς τό Καρυδάκειο καί εἰς τό Ἐξόμενον καί εἰς τό Φανοῦτον, ἀκουμπίζοντα εἰς τήν Ἐμπερινήν καί εἰς τῆς Εἰρήνης τό ξενοδοχεῖον, καί εἰς τά Τρινόβιανα, καί τήν Ζώρισταν καί εἰς τό Σειστρούνι, καί εἰς τόν κακόν τάφον, καί εἰς τό Γλυκύ, καί τόν ποταμόν».
«Οἱ ἐκτενεῖς καί ἀσκεπεῖς, ὅμως, ὀρεινές ἐκτάσεις ὅπως καί οἱ ἀπομακρυσμένες λοφοσειρές καί οἱ κοιλάδες, ἰδιαίτερα στόν ἄξονα Ῥωγῶν – Σιστρουνίου – Ἄρτας καί στήν περιοχή Βαγενετίας, ἔμειναν ἀνεμπόδιστα στή διάθεση τῆς μετακεινουμένης ποιμενικῆς ἐποικιστικῆς ὁμάδας … οἱ ἀλβανοί νομάδες τῶν μέσων τοῦ 14ου αἰῶνα ἐμφανίστηκαν στήν Ἤπειρο ὀργανωμένοι σέ μεγάλα αἱματοσυγγενικά σύνολα τοῦ τύπου τοῦ γένους».
«Καθόλη τή διάρκεια τοῦ Μεσαίωνα καί διάρκεια ζωῆς τοῦ Βυζαντίου καί ξεχωριστά αὐτοῦ τοῦ 14ου αἰῶνα τέσσαρα μόνο ἀπό τά χωριά τῆς Λάκκας εἶδα νά ἀναφέρωνται σέ κείμενα Ἠπειρωτικά τῆς ἐποχῆς, τήν Κοπάνη, τό Στρούνι, τή Ζόριστα, καί τούς Βαριάδες. Καί τό μέν πρῶτο ἀναφέρεται, καθώς στίς ἀρχές εἶπα, σέ χρυσόβουλο (βασιλικό διάταγμα) τοῦ αὐτοκράτορα Ἀνδρονίκου Παλαιολόγου τοῦ πρεσβυτέρου τοῦ 1319 ἔτους ἐνδιαφέρον τό Κοινό τῶν Ἰωαννίνων, στό ὁποῖο διατάσσει νά κατέχωσι οἱ Ἰωαννίται, οἱ ἄρχοντες δηλ. τῆς πόλης, σύν τοῖς ἄλλοις τά χωριά τήν Κοπάνην καί τό Κρεχοβόν καθώς γράφει, τό δεύτερο χρυσόβουλο τοῦ ἰδίου αὐτοκράτορα, καθώς εἶπα τοῦ 1321, ἐνδιαφέρον τήν ἐκκλησία τῶν Ἰωαννίνων (τότε κοντά – 1318 – προήχθηκε ἡ ἐπισκοπή της σέ Μητρόπολη) στήν ὁποία κοντά στά ἄλλα ἐπιτρέπει νά ἐξουσιάζει καί τίς ἐκτός τῆς πόλης πέντε ἐπαρχίες (ἐνορίες τίς λέει), αὐτές δηλ. τῶν Κουρέντων (ἔξω τῶν Ἰωαννίνων καθώς τή λέι), τοῦ Ζαγορίου, τοῦ Τσεμερνίκου (δηλ. τῶν Τζουμέρκων), τοῦ Σμοκόβου (δηλ. τοῦ Μαλακασίου) καί τοῦ Σειστρουνίου καί δή, καί τάς ἐκεῖσε τέσσαρας ἐπισκοπάς, καθώς γράφει, τό δέ τρίτο καί τέταρτο ἀπό τά γνωστά χωριά τῆς λάκκας σέ χρυσόβουλο τοῦ Δεσπότη Συμεών Παλαιολόγου τοῦ Σέρβου τοῦ 1361 ἔτους ἐνδιαφέρον τόν μέγαν Κοντόσταυλον κύριον Ἰωάννην Τσάφα Ὀρσίνι Δούκα καί τά εἰς αὐτόν ἀποδιδόμενα κτήματα, πού κατεῖχε πρότερον γιατί τά χαρτιά του κάηκαν κατά τήν τότε γενόμενη πυρκαγιά τῆς Ἄρτας, ἤγουν τό κάστρον τῶν Ῥωγῶν, καθώς γράφει, μετά πάσης τῆς νομῆς καί περιοχῆς αὐτοῦ, ὅπου περιλαμβάνει καί τά χωριά Ζόριστα καί Σεστρούνι, καθώς καί τούς Βαριάδες ἀνήκοντα στό θέμα Βαγενιτίας».
Ἱερός Ναός Ἁγίου Βασιλείου (Εἰκ. 1)
Καθεδρικός Ναός τοῦ χωριοῦ εἶναι ὁ Ἱερός Ναός Ἁγίου Βασιλείου, περιφραγμένος μέ πέτρινο τοῖχο (κουλούρι). Λέγεται ἀπό τούς γεροντότερους ὅτι ὑπῆρχε μικρό ἐκκλησάκι καί ἐπί Μπατουμάνου τό ἔτος 1876 κατασκευάσθηκε ὁ Ἱερός Ναός δαπανώντας, σύμφωνα μέ τόν ἱστορικό Ἰωάννη Λαμπρίδη, 26.000 γρόσια. Οἱ ἁγιογραφίες στό ξύλινο τέμπλο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, πού διατηροῦνται σέ καλή κατάσταση, ἀναγράφουν ἀκόμη σήμερα “ΔΑΠΑΝΗ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗ ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ” καί εἶναι καμωμένες ἀπό τόν Πρεβεζιάνο Ζωγράφο Ἀθανάσιο Καραντζιούλα, μέ χρονολογία 1884.
Καλοδιατηρημένο στέκει τό τρίπατο πέτρινο καμπαναριό στή νότια ἐξωτερική εἴσοδο, ὅπου ἐπιγραφή ἀναφέρει ὡς ἡμερομηνία κατασκευῆς τό ἔτος 1910.
Στόν ἴδιο χῶρο βρίσκεται καί τό κοιμητήριο τοῦ χωριοῦ, μέ ὀστεοφυλάκιο σέ πολύ καλή κατάσταση.
ΕΞΩΚΛΗΣΙΑ
1. Ἱ. Ν. Ἁγίου Γεωργίου (Εἰκ. 2)
Βρίσκεται Νότια τοῦ χωριοῦ καί ἐνδιάμεσα τῶν χωριῶν Σιστρουνίου καί Ῥωμανού. Χτίστηκε τό ἔτος 1876 ἀπό τόν Ἀρχιμανδρίτη Παρθένιο Μπατουμάνο, δαπανώντας 5.000 γρόσια. Συντηρεῖται σέ καλή κατάσταση μέ τή φροντίδα τῶν Ἱερέων, Ἐκκλησιαστικῶν Ἐπιτροπῶν καί χωριανῶν.
2. Ἱ.Ν. Ἁγίου Ἰωάννη
Βρίσκεται δυτικά τοῦ χωριοῦ τό μικρό λιθόκτιστο ἐκκλησάκι καί δεσπόζει στήν κορυφή τοῦ ἀρχαίου Πελασγικοῦ Κάστρου (Ἀκρόπολη Σιστρουνίου). Χτίστηκε τό ἔτος 1890 ἀπό τήν οἰκογένεια Δημητρίου Κουτσῆ, οἱ ἀπόγονοι τῶν ὁποίων συνεχίζουν νά τό συντηροῦν ἀκούραστα.
3.Ἱ.Ν. Ἁγίου Νικολάου
4. Ἱ.Ν. Ἁγίας Βαρβάρας
5. Ἱ.Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς (Εἰκ. 3)
6. Ἱ.Ν. Ἀναλήψεως
7. Ἱ.Ν. Ἁγίου Ἀθανασίου (Εἰκ. 4)
8. Ἱ.Ν. Ἁγίου Σπυρίδωνα
9. Ἱ.Ν. Προφήτη Ἠλία
¹Σημείωση: Σιστρούνι ἤ Σειστρούνι; Παλαιότερα γραφόταν μέ «ει». Μετά τό 1980 περίπου γράφεται μέ «ι».
(κείμενο Νίκος Στράτης)
Ἐφημέριος: Αἰδεσιμώτατος Πρεσβύτερος Γεώργιος Λιόντος.
Στοιχεῖα ἐπικοινωνίας:
Ἱερός Ναός Ἁγίου Βασιλείου Σιστρουνίου
Τ.Κ.: 44009 Σιστρούνι
Ἰωάννινα
Τηλ.: 6976359456
Βρεῖτε μας στό χάρτη μέ ἕνα κλίκ ἐδῶ.