Ιερά Μητρόπολις Ιωαννίνων

ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
ὁ ἐκ Τερρόβου

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης γεννήθηκε στό χωριό Τέροβο Ἰωαννίνων ἀπό φιλόθεους καί εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀπό νωρίς ἐγκαταστάθηκε στά Ἰωάννινα, ὅπου ἐξασκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ ράπτη. Μετά τό θάνατο τῶν γονέων του ἦλθε στήν Κωνσταντινούπολη ἐπί Πατριάρχου Ἱερεμίου (1525-1545) καί ἐπί σουλτάνου Σουλεϊμᾶν τοῦ Β΄ (1520-1560). Περικοσμούμενος μέ ψυχικές καί σωματικές ἀρετές κίνησε τό φθόνο τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι τόν πίεζαν νά γίνει Μουσουλμάνος. Ὁ Ἰωάννης, ὅμως, ἀπέκρουε τίς δελεαστικές προτάσεις τῶν Τούρκων καί ἀπεφάσισε νά μαρτυρήσει γιά τήν ἀγάπη του στόν Χριστό.

Ἔτσι, προσῆλθε στόν πνευματικό του καί, ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε, δήλωσε τόν πόθο του γιά τό μαρτύριο. Ὁ πνευματικός, ὅμως, τόν ἀπέτρεψε κατ᾿ ἀρχήν καί ἔτσι ὁ Ἰωάννης ἀνέβαλε τήν ἐκτέλεση τῆς ἀποφάσεώς του. Συγκινημένος ὕστερα ἀπό λίγο ἀπό τήν ἀνάμνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, κατά τή Μεγάλη Πέμπτη, προσῆλθε καί πάλι στόν πνευματικό του καί ζήτησε τήν εὐχή καί τήν εὐλογία του γιά τό μαρτύριο. Ἀπετράπη, ὅμως, γιά δεύτερη φορά ἀπό τόν πνευματικό. Ἐκεῖνος ἐπανῆλθε ἐκ νέου μέ σταθερή ἀπόφαση τήν ἑπόμενη μέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς καί, ἀφοῦ δήλωσε ὅτι εἶδε ὅραμα κατά τό ὁποῖο χόρευε μέσα σέ φλόγες μεγάλης φωτιᾶς, ἔλαβε ἀπό τόν πνευματικό του τήν ποθούμενη εὐλογία.

Μεταβαίνοντας στό ἐργαστήριό του εἶδε νά ἔρχονται κοντά του οἱ Τοῦρκοι πού τόν προέτρεπαν νά ἀλλαξοπιστήσει, οἱ ὁποῖοι αὐτή τή φορά τόν συκοφαντοῦσαν λέγοντας ὅτι, ὅταν ἦταν στά Τρίκαλα, ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Ὁ Νεομάρτυς τούς ἀπάντησε μέ τά ἑξῆς λόγια· «Μή γένοιτο ποτέ νά πάθω τέτοια ἐγκατάλειψη ἀπό τόν Θεό, ὥστε νά ἀρνηθῶ τόν Χριστό μου, ἀλλά ἐγώ μέ τόν Χριστό μου ζῶ καί θέλω νά ζήσω, καί εἶμαι πρόθυμος νά ἀποθάνω γι᾿ Αὐτόν».

Ἔτσι, ὁ Ἰωάννης, ἀφοῦ περιφρόνησε μέ τούς λόγους του τή θρησκεία τοῦ Μωάμεθ, ἄναψε τό θυμό τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι μαινόμενοι ὅρμησαν ἐναντίον του καί ἀφοῦ τόν συνέλαβαν, τόν ὁδήγησαν στόν κριτή. Ὁμολογώντας καί ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ τόν Χριστό παραδόθηκε σέ βασανιστήρια, τά ὁποῖα ὑπέμεινε μέ καρτερία. Στή συνέχεια, τόν ὁδήγησαν στή φυλακή καί ἐπειδή ἐκεῖνος παρέμενε σταθερά ἀμετάθετος στήν πατρώα εὐσέβεια ὁμολογώντας συνέχεια τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καταδικάσθηκε στόν διά πυρᾶς θάνατο. Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας κατόρθωσε μέ πολλά χρήματα νά ἐπιτύχει τήν ἀναβολή τῆς ἐκτελέσεως γιά λίγες μέρες.

Τήν Παρασκευή τῆς Διακαινησίμου ὁ Ἰωάννης προσήχθη καί πάλι ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, πρό τοῦ ὁποίου μέ πνευματική ἀνδρεία ἐπανέλαβε ἀκλόνητος τή θερμή ὁμολογία τῆς πίστεώς του στόν Κύριο καί Θεό μας καί ἔψαλε τό «Χριστός Ἀνέστη».

Τότε τόν μαστίγωσαν καί τόν ἔριξαν στή φωτιά, πού εἶχε ἀναφθεῖ μπροστά ἀπό μιά τουρκική οἰκία. Οἱ κάτοικοι τῆς οἰκίας αὐτῆς, ἐπειδή θεώρησαν τά γενόμενα μπροστά στήν οἰκία τους ὡς κακό γι᾿ αὐτούς οἰωνό, διεσκόρπισαν καί τή φωτιά καί τούς κατακαίοντες τόν Ἅγιο δήμιους. Τότε οἱ δήμιοι, ἀφοῦ παρέλαβαν τόν Ἅγιο μισοκαμένο καί ψάλλοντα διαρκῶς τό «Χριστός Ἀνέστη», ἄναψαν ἐκτός τῆς πόλεως νέα φωτιά, στήν ὁποία μέ χαρά πήδησε ὁ Ἰωάννης.

Φιλομάρτυρες Χριστιανοί, γιά νά ἀπαλλάξουν τό Μάρτυρα ἀπό τίς ὀδύνες τῆς φωτιᾶς, πλήρωσαν τούς δήμιους γιά νά τόν ἀποκεφαλίσουν. Ἔτσι, τελειώθηκε ὁ Νεομάρτυς Ἰωάννης στήν Κωνσταντινούπολη, στίς 18 Ἀπριλίου 1526.

Οἱ Χριστιανοί ἀγόρασαν ἀντί πολλῶν χρημάτων τά ἐκ τῆς πυρᾶς διασωθέντα ἐλάχιστα ἱερά λείψανα τοῦ Νεομάρτυρος καί τά διεφύλαξαν στόν πατριαρχικό ναό. Ὁ Νεομάρτυς Ἰωάννης ἔγινε πασίγνωστος γιά τά θαύματά του σέ ὁλόκληρο τό Γένος.

Ἡ μνήμη του στά Ἰωάννινα τελεῖται τήν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου στό ναό τῆς Ἁγίας Μαρίνης.

Ἀπολυτίκιον, Ἦχος γ. Θείας πίστεως.

Γόνος κάλλιστος, Ἰωαννίνων, κλέος ἔνθεον,
τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεδείχθης Ἰωάννη πανεύφημε∙
τῶν γὰρ Μαρτύρων ζηλώσας τὴν ἄθλησιν,
διὰ πυρὸς τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας.
Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε,
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Μεγαλυνάριον

Ἄνθος εὐωδέστατον καὶ τερπνόν, τῶν Ἰωαννίνων
ἀνεδείχθης Μάρτυς Χριστοῦ,
καὶ λαμπρῶς ἀθλήσας, εὐφραίνεις Ἰωάννη,
χαρίτων εὐωδίᾳ, πιστῶν τὸ πλήρωμα.

Πηγή: Γερασίμου Μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου, «ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΝ ΛΕΙΜΩΝΑΡΙΟΝ», Ἐκδοθέν προνοίᾳ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἰωαννίνων κυροῦ Σεραφείμ, ἐν Ἀθήναις (1968).